Γεννήθηκε στην Πορτογαλία, πριν
απο εικοσιπένε καλοκαίρια, μέσα σε ένα πυκνό δάσος. Ίδιοι χυμοί πότιζαν το σώμα
της και το σώμα των γειτόνων της. Φίλοι και συγγενείς που ανήκαν στην ίδια ή
άλλες οικογένειες, πανύψηλοι αιωνόβιοι προστάτες της ιστορίας και της ζωής.
Πέρασε τα παιδικά και εφηβικά της
χρόνια σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο, με το δυνατό ζωογόνο ήλιο να χαιδεύει τα
πρώτα τρυφερά κλαδιά της και το πλούσιο έδαφος να τη θρέφει καθημερινά. Οι μέρες
περνούσαν γρήγορα, γεμάτες από τις διηγήσεις των μεγαλύτερων. Φαντασία και πραγματικότητα
γινόταν ένα και ένας εκπληκτικός νέος κόσμος απλωνόταν μπροστά της.
Από την πρώτη μέρα της ζωής της
ήξερε το σκοπό της γέννησής της. Κάθε μέρα που περνούσε την οδηγούσε πιο κοντά
στην αλήθεια της ύπαρξής της.
Και σήμερα ξημέρωσε αυτή η μέρα.
Σε λίγο θα έρχονταν αυτοί. Έπρεπε να ετοιμαστεί. Μετά τίποτα δεν θα ήταν πια το
ίδιο.
Οι γιαγιάδες την είχαν
προετοιμάσει για τον πόνο. Τον είχε αισθανθεί πριν καν τον νιώσει. Δεν μπορούσε
και δεν ήθελε να τον αποφύγει, ήξερε ότι χωρίς αυτόν θα ήταν μισή. Η ζωή της
χωρίς τη θυσία δεν είχε νόημα, αβάσταχτος πόνος για κάτι τόσο μικρό με τόσο
μεγάλη σημασία.
Ήρθαν. Σε λίγο θα αρχίσουν να
γδέρνουν το στιλπνό και νεανικό δέρμα της. Θα μείνει γυμνή και απροστάτευτη,
κάτω από τον καυτό ήλιο, το δυνατό αέρα και την ορμητική βροχή.
Είναι έτοιμη πια. Σε λίγο θα δώσει τον πρώτο της φελλό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου